Τα σκίτσα του Μωάμεθ


Γράφει ο Παναγιώτης Πέρρος (Μ.Δ.Ε. Ηθικής φιλοσοφίας Παν/μίου Αθηνών)

Η ελευθερία του τύπου και της έκφρασης γενικότερα δεν είναι θέμα που θα έπρεπε να τίθεται υπό διαπραγμάτευση ειδικά κατά την εποχή του πληροφοριακού καταιγισμού που διανύουμε. Το ζήτημα είναι κατά πόσον η ελευθερία είναι όντως ελευθερία ή απλώς παρουσιάζεται ως τέτοια. Η εφημερίδα Jyllands-Posten μετά από επίμονη αναζήτηση σκιτσογράφων κατάφερε(1) τελικώς να δημοσιεύσει δώδεκα σκίτσα του Μωάμεθ, πράγμα που εκ των προτέρων ήταν γνωστό ότι θα προκαλέσει τις αντιδράσεις τουλάχιστον του μουσουλμανικού κόσμου. Η εφημερίδα επικαλείται την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης με σκοπό να τεκμηριώσει ηθικώς την πράξη της απέναντι στον άκρατο θρησκευτικό δογματισμό. Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν(2) η εφημερίδα είχε δημοσιεύσει σατιρικό σκίτσο που αφορά τη χριστιανική πίστη, μερικά χρόνια αργότερα απέφυγε(3) να δημοσιεύσει σκίτσα σχετικά με τον Χριστό, με την αιτιολόγηση ότι δεν θα ήταν καθόλου διασκεδαστικά στους χριστιανούς πιστούς και ότι θα προκαλούσαν αντιδράσεις. Σύμφωνα με τα γεγονότα, το συγκεκριμένο έντυπο μέσο ενημέρωσης υπέπεσε στο ηθικό ατόπημα της υποκρισίας, η διαφορετικά, το ατόπημα των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Αυτό συνάγεται από το γεγονός ότι η ηθική αρχή που προβάλλεται από την εφημερίδα σήμερα (το ότι η ελευθερία του λόγου αποτελεί ύψιστο αγαθό και οφείλουμε να το διαφυλάξουμε), καταπατήθηκε από την ίδια την εφημερίδα προσφάτως. Η πρακτική αυτή ασυνέπεια οφείλει να προβληματίσει όποιον επιθυμεί να εξετάσει το αν εν προκειμένω τα μέσα ενημέρωσης στη συγκεκριμένη περίπτωση στάθηκαν υπέρμαχα της ελευθεροτυπίας, ή τουλάχιστον αν πρέπει να ευαγγελίζονται τις ηθικές αρχές της «καλής ελευθερίας».

Τα μέσα ενημέρωσης που πρωτοστάτησαν στο συγκεκριμένο επεισόδιο, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και τηρώντας ηθικώς συνεπή στάση, θα μπορούσαν όντως να προάγουν έναν κοινωνικό διάλογο για την άρση των δογματικών προκαταλήψεων. Το δόγμα είναι φυσικό δομικό (συνεκτικό) στοιχείο οποιασδήποτε θρησκείας. Η θρησκεία, από τη στιγμή που αποτελεί συστηματοποιημένη λατρεία και θεσμική έκφραση της θρησκευτικής πίστεως, εξ’ορισμού απαιτεί από τα μέλη που βρίσκονται στους κόλπους της έναν βαθμό προσήλωσης. Ο βαθμός προσήλωσης διαφέρει από άτομο σε άτομο και αρκετές φορές ο πιστός φτάνει στο κατώφλι της προκατάληψης, του ρατσισμού και της προπαγάνδας. Οι προκαταλήψεις αυτές είναι σε θέση να θέσουν προβλήματα τόσο στη διάχυση της γνώσης, όσο και στην ενημέρωση αλλά και στη σάτιρα. Το αίσθημα της ομάδας που αποκομίζει ο πιστός μέσα στη θρησκεία, είναι όμοιο με εκείνο που αισθάνεται ο οπαδός μιας ποδοσφαιρικής ομάδας και είναι αυτό που θα τον ωθήσει σε ακρότητες. Ο άνθρωπος ως μονάδα πλέον αλλάζει στάση(4) και μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, το οποίο επιπλέον ενισχύεται κάτω από τις δογματικές και απόλυτες θρησκευτικές επιταγές. Καθώς φαίνεται, το φαινόμενο της ακραίας αντίδρασης της κοινωνικής ομάδας των μουσουλμάνων θα μπορούσε κάλλιστα να συμβεί σε οποιαδήποτε «σύγχρονη» δυτική κοινωνία στα πλαίσια της χριστιανικής κοινότητας των πιστών, εάν επρόκειτο για δημοσίευση που θα αφορούσε (έθιγε) το δικό τους υποκείμενο λατρείας. Ας μην ξεχνούμε ότι πριν μερικά χρόνια και στη χώρα μας έγινε κάτι ανάλογο(5) με την παρουσίαση βιβλίου του Μ. Ανδρουλάκη.

Το αντίδοτο σε ανάλογες κοινωνικές αναταραχές δεν θα μπορούσε να είναι ούτε η λογοκρισία στην ενημέρωση τις τέχνες και τον πολιτισμό, καθώς κάτι τέτοιο εκτός από ηθικώς επιλήψιμο θα ήταν και ανέφικτο, αλλά ούτε φυσικά και η όποια ενδεχόμενη βίαιη ή ακόμα και «προληπτική» καταστολή εκείνων που αντιδρούν. Το αντίδοτο οφείλουμε να το αναζητήσουμε στον τρόπο σκέψης, και όχι στον τρόπο έκφρασης. Η σκέψη προηγείται της έκφρασης και η αρμοδιότητα της στοχαστικής καλλιέργειας πάντοτε ήταν θέμα της παιδείας και της θεσμοθετημένης έκφρασής της, της εκπαίδευσης. Όσο καλλιεργείται στα σχολεία η θεοκρατική αντίληψη της παρέμβασης των θείων στα εγκόσμια, όσο το αγαθό της παιδείας συγχέεται με τα θρησκεύματα, όσο η γνώση και ο πολιτισμός συγχέονται με την συστηματοποίηση της πίστης, τόσο θα είναι εύλογες οι αντιδράσεις των θρησκευτικών οπαδών, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσουν το φυσικό από το υπερφυσικό, την πολιτική από τη θρησκεία, την τέχνη από την αγιολογία, τη φιλοσοφία από τη θεολογία. Αν δεν αποκτηθεί ελευθερία στη σκέψη, η ελευθερία στην έκφραση είναι μια ασήμαντη τεχνική λεπτομέρεια:

« Πόσο απίθανοι είναι οι άνθρωποι! Δεν κάνουν ποτέ χρήση των ελευθεριών που κατέχουν, αλλά διεκδικούν εκείνες που δεν κατέχουν. Διαθέτουν ελευθερία της σκέψης, απαιτούν ελευθερία της έκφρασης .» (6)





1. Jyllands-Posten (30-09-2005) http://epaper.jp.dk/30-09-2005/demo/JP_04-03.html

2. Jyllands-Posten (09-12-2005) http://www.filtrat.dk/sandbox/images/uploads/Hvem20sagde20hvad.jpg

3. "The Guardian", Gwladys Fouché, February 6, 2006 http://www.guardian.co.uk/international/story/0,,1703501,00.html

4. Γεώργας, Δ. (1999) "Κοινωνική Ψυχολογία", δ’ Πανεπιστημιακή έκδοση — τόμος Β, Αθήνα

5. "ΤΑ ΝΕΑ", Βίκυ Χαρισοπούλου, 24/01/2000,

http://ta-nea.dolnet.gr/print_article.php?e=A&f=16649&m=P04&aa=1

6. Kierkegaard S. (1843) «Διαψάλματα» μτφρ: Νικολούδης Η. Π. (1999) ΡΟΕΣ microMEGA, Αθήνα





  





Δείτε επίσης...