Γεννήθηκε κοντά στη Βόννη το 1844 και πέθανε στα 1900. Από τους τελευταίους υπαρξιστές φιλοσόφους, σπούδασε κλασική φιλολογία στη Βόννη και τη Λειψία. Ο Nietzsche, καθώς καταγόταν από βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια, προοριζόταν για την επιστήμη της Θεολογίας. Κάτι άλλαξε όμως μέσα του στα μετεφηβικά του χρόνια και μεγαλούργησε στο χώρο της Φιλοσοφίας. Μόλις στα 25 του χρόνια τον βλέπουμε καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, στην Ελβετία. Από τότε θα αρχίσει το πολύμορφο συγγραφικό του έργο. Μίλησε για τους πάντες και τα πάντα. Υπήρξε δριμύτατος επικριτής των κατεστημένων σκέψεων και τάξεων και ιδιαίτερα του Χριστιανισμού. Πληθώρα συγγραμάτων του γράφονται με οξύ και επιθετικό τρόπο, χρησιμοποιώντας ευρέως αφορισμούς.
Με ανήθικο τρόπο ο Αδόλφος Χίτλερ πάτησε πάνω στα νιτσεϊκά έργα για να οικοδομήσει την ανερμάτιστη θεωρία του εθνικοσοσιαλισμού ή ναζισμού. Το πρότυπο της Αρείας φυλής βασίστηκε πάνω στον Υπεράνθρωπο ( Ζαρατούστρα ), το σημαντικότερο ίσως έργο του Nietzsche. Ο Nietzsche όμως, καθώς φαίνεται και μέσα από τα έργα του, υπήρξε δριμύτατος επικριτής τόσο των εθνικιστικών, όσο και κάθε αντισημιτικών τάσεων. Ο Ζαρατούστρας είναι η υπέρβαση του ανθρώπου προς το ανθρωπινότερο και όχι προς το απανθρωπότερο. Εξάλλου και ο ίδιος ο Nietzsche προέβλεψε ότι τα έργα του θα παρερμηνευτούν και ότι δύσκολα θα υπάρξει κάποιος που θα τα κατανοήσει σε βάθος. Ο ίδιος θα πει: « Αυτό που κάνουμε δεν το καταλαβαίνουν ποτέ, μα μονάχα το επαινούν ή το κατηγορούν ».
Το νιτσεϊκό έργο ήταν μια κραυγή μέσα στη βαθιά νύχτα των ανθρώπων. Ο ίδιος παρατηρούσε πως για να σε ακούσει κάποιος πρέπει να του σπάσεις τα αυτιά. Γι αυτό άλλωστε και πολλές φορές βρίσκουμε στα έργα του έκδηλη την περιφρόνηση για πρόσωπα και πράγματα. Δεν ήταν κακία ή μικρότητα, αλλά μια φωνή που ήθελε σφοδρά να ακουστεί στα αυτιά και τις συνειδήσεις όλων.
Όταν πέθανε στα 1900 όμως, μόνος και τρελός, είχε την πεποίθηση ότι δεν πρόφτασε να ολοκληρώσει το φιλοσοφικό του έργο. Αυτά που είπε στους ανθρώπους, τα παρομοίαζε με πρωτόγνωρα λόγια του ανέμου, με πρωτόγνωρα και γνήσια τραγούδια κάποιου βραχνού χωριάτη. Ήταν ριζωμένη βαθιά στη συνείδηση του η αδυναμία κατανόησης των «ασμάτων» του από τους άλλους: «Αυτά που θα ακούσετε, θα είναι τουλάχιστον καινούρια. Κι αν δεν το καταλαβαίνετε, αν δεν καταλαβαίνετε τον τραγουδιστή, τόσο το χειρότερο! Μη δεν είναι αυτός ο κλήρος του; Μη δεν είναι αυτό που ονομάσανε 'Κατάρα του Τροβαδούρου';»
Δεν πρόφτασε να χτίσει εκείνη τη γέφυρα που πάντα επιθυμούσε, από τον άνθρωπο στον Υπεράνθρωπο. Οι προσδοκίες του όμως από το ανθρώπινο είδος δε σταμάτησαν ποτέ να είναι μεγάλες. Όταν ρωτήθηκε για το τι είναι αυτό που αγαπάει στους άλλους, απάντησε: «Τις ελπίδες μου».